Το καλοκαίρι του 2004 το διαστημόπλοιο «Κασίνι» (Cassini) τέθηκε επιτυχώς σε τροχιά γύρω από τον πλανήτη Κρόνο και κατόπιν απελευθέρωσε την προσαρτημένη διαστημική βολίδα «Χόιχενς» (Huygens), η οποία αφού διαπέρασε την πυκνή ατμόσφαιρα του Τιτάνα (ενός από τους δορυφόρους του Κρόνου), προσεδαφίστηκε με αλεξίπτωτο στην επιφάνειά του και άρχισε να στέλνει εντυπωσιακά στοιχεία και εικόνες για τη μορφολογία και τη σύσταση του δορυφόρου.
Ηταν η απόλυτη δικαίωση όσων είχαν στοιχηματίσει στην επιτυχία του φιλόδοξου επιστημονικού προγράμματος Cassini- Huygens. Αποτέλεσμα πολυετούς συνεργασίας της ESA (Ευρωπαϊκού Οργανισμού Διαστήματος) και της NASA (του αντίστοιχου αμερικανικού οργανισμού), το πρόγραμμα αυτό είχε σχεδιαστεί για να προσφέρει στους ειδικούς τη δυνατότητα να μελετήσουν τον δακτυλιοφόρο πλανήτη Κρόνο και τους πιο σημαντικούς δορυφόρους του. Ομως τα αποτελέσματα αυτής της αποστολής -που συνεχίζεται μέχρι σήμερα- ξεπερνούν κάθε φαντασία και ανατρέπουν πολλές απόψεις μας για τη ζωή στο Σύμπαν.
Ποια ήταν άραγε τα ιδιαίτερα γεωλογικά και φυσικοχημικά χαρακτηριστικά του πλανήτη μας που όχι μόνο διευκόλυναν αλλά κατέστησαν σχεδόν αναπόφευκτη την εμφάνιση της ζωής σε αυτόν πριν από τέσσερα δισεκατομμύρια χρόνια; Πώς ήταν η Γη πριν γίνει ο γαλαζοπράσινος πλανήτης που όλοι θαυμάζουμε από τις φωτογραφίες των δορυφόρων; Οπως μας εξηγεί, στην αποκλειστική συνέντευξη που παραχώρησε στην «Ε», η διαπρεπής Ελληνίδα αστροφυσικός Αθηνά Κουστένη, για να αποκτήσουν οι αστροφυσικοί και οι αστροβιολόγοι μια σαφέστερη εικόνα τού πώς ήταν η Γη πριν από την εμφάνιση της ζωής, όφειλαν να αναζητήσουν, εντός και εκτός του Ηλιακού μας Συστήματος, ουράνια σώματα στα οποία επικρατούν οι ίδιες συνθήκες που υπήρχαν στη Γη πριν από την εμφάνιση και την εκρηκτική διάδοση της ζωής. Ισως μάλιστα ορισμένα από αυτά τα ουράνια σώματα να ικανοποιούν τις προϋποθέσεις για την εμφάνιση και τη συντήρηση της ζωής.
Ενα σημαντικό μέρος των πλανητολογικών ερευνών σας τα τελευταία χρόνια επικεντρώθηκε στην εξερεύνηση του Τιτάνα και του Εγκέλαδου, δύο διάσημων δορυφόρων του Κρόνου. Γιατί επιλέξατε να εστιάσετε το ενδιαφέρον σας στο σύστημα του Κρόνου; Ποιο δηλαδή ιδιαίτερο επιστημονικό ενδιαφέρον παρουσιάζουν αυτοί οι δορυφόροι του Κρόνου;
«Ποτέ δεν φανταζόμασταν ότι θα βρίσκαμε τόσο ενδιαφέροντα ουράνια σώματα σε τόσο μεγάλη απόσταση από τη Γη, 1,5 δισεκατομμύριο χλμ. Ο Τιτάνας, που είναι ο μισός σε μέγεθος από τη Γη, αποτελεί σημείο αναφοράς στο Ηλιακό Σύστημα λόγω της πυκνής, αζωτούχας, πλούσιας σε οργανικές ενώσεις ατμόσφαιράς του και της μυστηριώδους και ιδιαίτερα περίπλοκης επιφάνειάς του. Δεν θα ήταν υπερβολή να ισχυριστούμε ότι από όλα τα άλλα αντικείμενα του Ηλιακού μας Συστήματος το περιβάλλον του Τιτάνα είναι αυτό που μοιάζει περισσότερο με το περιβάλλον της Γης. Είναι το μοναδικό στο γνωστό μας Σύμπαν πλανητικό περιβάλλον, εκτός από το γήινο, το οποίο εμφανίζει πυκνή ατμόσφαιρα, πλούσια οργανική χημεία και λίμνες. Αν λοιπόν θα θέλαμε να μιλήσουμε για μία "δεύτερη Γη" με ιδιαίτερο αστροβιολογικό ενδιαφέρον, τότε αναμφίβολα θα έπρεπε να αναφερθούμε στον Τιτάνα.
Μελετώντας τον Τιτάνα μαθαίνουμε πολλά, κυρίως για το κλίμα της πρώιμης Γης αλλά και για την εμφάνιση της ζωής. Ετσι, η μελέτη της ατμοσφαιρικής του δομής, λόγω των ομοιοτήτων της με της Γης, συμβάλλει στην παγκόσμια έρευνα για την κλιματική αλλαγή και τις επιπτώσεις του φαινομένου του θερμοκηπίου στον πλανήτη μας, δύο από τα σημαντικότερα πολιτικά ζητήματα που προβληματίζουν σήμερα την ανθρωπότητα.
Ο Εγκέλαδος αποτελεί τον δεύτερο μεγάλο στόχο των ερευνών μας, όσον αφορά τα φεγγάρια του Κρόνου. Αν και μικρός σε μέγεθος, με ακτίνα περίπου 252 χιλιόμετρα, αυτός ο παγωμένος δορυφόρος του Κρόνου συγκεντρώνει το επιστημονικό μας ενδιαφέρον επειδή είναι εκπληκτικά ενεργός. Οπως αποκάλυψε το διαστημόπλοιο Cassini, πίδακες νερού σε αέρια μορφή και σωματιδίων οργανικού υλικού από τον νότιο πόλο του δορυφόρου εκρέουν βίαια με μεγάλες ταχύτητες λόγω της παλιρροϊκής επίδρασης του Κρόνου. Η πηγή τους πρέπει μάλλον να αναζητηθεί στο υπέδαφος, υπό τη μορφή ενός υπόγειου ωκεανού!».
Ποιες θεωρείτε ότι είναι οι πιο σημαντικές ανακαλύψεις που προέκυψαν μέχρι σήμερα από την κοινή αμερικανοευρωπαϊκή αποστολή Cassini-Huygens, στην οποία και είχατε πρωταγωνιστικό ρόλο;
«Οι εμφανείς ομοιότητες του Τιτάνα με τη Γη οδήγησαν στην αποστολή Cassini-Huygens, που το 1997 ξεκίνησε το μακρύ ταξίδι για τον πλανήτη Κρόνο, τους δακτύλιούς του και τους δορυφόρους του. Η αποστολή Cassini-Huygens αποτελεί ορόσημο στη διαστημική επιστήμη και τεχνολογία, τόσο για την επιτυχία των πειραμάτων που πραγματοποίησε όσο και για τις τεχνολογικές της καινοτομίες. Τα χαρακτηριστικά της επιφάνειας αλλά και η λεπτομερής σύσταση της ατμόσφαιρας του Τιτάνα ήταν άγνωστα πριν από την πραγματοποίηση της αποστολής Cassini-Huygens. Εδώ φαίνεται και η σπουδαιότητα της εν λόγω αποστολής, η οποία κατόρθωσε μέσα σε έξι μόλις χρόνια να αποδώσει έναν τεράστιο αριθμό από στοιχεία, εμπλουτίζοντας σε μέγιστο βαθμό τις γνώσεις μας για τον μακρινό αυτό εξωτικό κόσμο. Το Κασίνι μελέτησε την πολύ πυκνή ατμόσφαιρα του Τιτάνα με κυρίαρχο συστατικό το άζωτο, όπως και στη Γη, αλλά και την παρουσία ενώσεων του άνθρακα και ειδικά του μεθανίου, στο οποίο ο δορυφόρος οφείλει το χρώμα του και την αδιαφάνειά του. Εντυπωσιακές ομοιότητες μεταξύ Γης και Τιτάνα παρουσιάζονται και στην επιφάνειά του. Από γεωλογικής απόψεως η επιφάνειά του χαρακτηρίζεται σχετικά "νέα", καθώς παρατηρείται έλλειψη από κρατήρες πρόσκρουσης. Δίκτυα ποταμών, μεγάλες λίμνες και αμμόλοφοι έχουν εντυπωσιάσει τους επιστήμονες αλλά και το ευρύ κοινό. Με μια σημαντική διαφορά όμως: στον Τιτάνα δεν υπάρχει νερό όπως στη Γη αλλά μεθάνιο και άλλοι υδρογονάνθρακες που καθορίζουν τον σχηματισμό και τη σύσταση των ποταμών και των λιμνών. Το Κασίνι επίσης μας υπέδειξε την ύπαρξη ενός υπόγειου ωκεανού νερού κάτω από την επιφάνεια του Τιτάνα, μέσα στον οποίο μπορεί να επικρατούν οι κατάλληλες συνθήκες για κάποια πρώιμη μορφή ζωής.
Κάτι παρόμοιο βρήκαμε και στον Εγκέλαδο, όπου το Κασίνι ανακάλυψε πίδακες νερού σε αέρια μορφή και σωματιδίων οργανικού υλικού που εκρέουν βίαια από τον νότιο πόλο του δορυφόρου και οι οποίοι, όπως ήδη ανέφερα, μάλλον οφείλονται στην ύπαρξη ενός υπόγειου ωκεανού πολύ κοντά στην επιφάνεια. Ο ενθουσιασμός των αστρονόμων και του κοινού για τα εκπληκτικά αυτά ουράνια σώματα παραμένει αμείωτος μέχρι σήμερα, έξι χρόνια μετά την έναρξη της αποστολής. Και θα συνεχίσει για πολύ καιρό ακόμα, αφού η αποστολή έχει παραταθεί μέχρι το 2017».
Η εξερεύνηση μακρινών πλανητικών συστημάτων (όπως του Κρόνου ή του Δία) είναι ένα εγχείρημα όχι μόνο πολυδάπανο αλλά και εξαιρετικά δύσκολο, που απαιτεί διεθνείς συνεργασίες και αποστολές (όπως η αποστολή Cassini-Huygens). Εκτός από το αμιγώς επιστημονικό ενδιαφέρον, τι άλλο μπορούν να προσφέρουν στην ανθρωπότητα αυτές οι έρευνες καθώς και η πιο πρόσφατη αναζήτηση πλανητών εκτός του Ηλιακού μας Συστήματος (εξωπλανητών);
«Η μεγαλύτερη πρόκληση για τους αστρονόμους και το μεγαλύτερο επίτευγμα για την ανθρωπότητα είναι η ανακάλυψη πλανητικών περιβαλλόντων με παρόμοια φυσικά και χημικά χαρακτηριστικά με τη Γη. Τέτοια "γήινα" περιβάλλοντα μπορούν να αναζητηθούν και στη γειτονιά μας, όπως στον Τιτάνα ή στην Ευρώπη (ένας από τους δορυφόρους του Δία), καθώς και σε πιο μακρινές περιοχές, στους εξωπλανήτες οι οποίοι μας επιφυλάσσουν πολλές εκπλήξεις στα επόμενα έτη.
Στο βασανιστικό και αναπάντητο ερώτημα πολλών ανθρώπων πώς και γιατί βρισκόμαστε εδώ, θα μπορέσουμε να βρούμε κάποια στοιχεία απάντησης μόνο μέσω της επίμονης και σε βάθος εξερεύνησης των πλανητικών σωμάτων που μας περιτριγυρίζουν. Επίσης, οι μεγάλες διαστημικές αποστολές προϋποθέτουν πολλά νέα επιστημονικά και τεχνολογικά επιτεύγματα, έτσι λοιπόν οι έρευνες αυτές επιστρέφουν πάντα με τόκο στην καθημερινή ζωή της ανθρωπότητας τα χρήματα που δαπανήθηκαν για αυτές.
Εκείνο που προσωπικά με απασχολεί περισσότερο είναι ότι θα χρειαστούμε επιστημονικό δυναμικό για να μας βοηθήσει τις επόμενες δεκαετίες να αναλύσουμε τα δεδομένα που θα συλλέξει το Κασίνι, και ειδικά εκείνα που θα προκύψουν από την παράτολμη επιστροφή στον Τιτάνα και τον Εγκέλαδο με διαστημόπλοιο και αερόστατο το οποίο θα προσγειωθεί σε κάποια από τις λίμνες του Τιτάνα. Πάνω σε αυτό δουλεύουμε με τους φοιτητές μου, τον Γιώργο Μπαμπασίδη και την Ανεζίνα Σολομωνίδου, δύο νέα έξοχα παιδιά που, παρόλες τις αντιξοότητες του ελληνικού συστήματος, προσπαθούν να γράψουν με την έρευνά τους μία ακόμη σελίδα στη μελέτη του Τιτάνα. Για μένα είναι πολύ σημαντική αυτή η νεανική ελληνική παρουσία στα σχέδια της μελλοντικής διαστημικής εξερεύνησης του Ηλιακού μας Συστήματος».
Μια διαδεδομένη άποψη υποστηρίζει ότι η εμφάνιση της ζωής στη Γη υπήρξε ένα ιδιαίτερα σπάνιο ή και μοναδικό φαινόμενο στην ιστορία του Σύμπαντος. Συνεπώς, το Σύμπαν θεωρείται ένα «αφιλόξενο» ή και «εχθρικό» περιβάλλον για την εμφάνιση και τη συντήρηση της ζωής. Πόσο νόμιμο πιστεύτε ότι είναι σήμερα ένα τόσο γεωκεντρικό και «εγωιστικό» συμπέρασμα;
«Εχετε δίκιο, ένα τέτοιο συμπέρασμα δεν είναι μόνο εγωιστικό αλλά και επιστημονικά αυθαίρετο. Οχι, το Σύμπαν είναι το περιβάλλον που μας γέννησε και που μας τρέφει. Μέσα στο Σύμπαν υπάρχουν σίγουρα πολλά άλλα ενδιαφέροντα μέρη όπου θα μπορούσε κάλλιστα να εμφανιστεί και να εξελιχθεί η ζωή. Κάτι που επιβεβαιώνεται και από τις πρόσφατες ανακαλύψεις πολλών άγνωστων μέχρι χθες πλανητών εκτός του Ηλιακού μας Συστήματος με συνθήκες που φαίνεται να ευνοούν την εμφάνιση ζωής.
Αλλά και μέσα στο Ηλιακό μας Σύστημα ανακαλύπτουμε σαφείς ενδείξεις για τη φυσική προέλευση της ζωής• π.χ. ο Τιτάνας, ως ένα πλανητικών διαστάσεων εργαστήριο, μας επιτρέπει να ανιχνεύσουμε όλα τα δομικά μόρια που ήταν απαραίτητα για τη σύνθεση του πρώτου κυττάρου. Προς αυτή την κατεύθυνση έχουν στραφεί οι φωτοχημικές μελέτες που επιχειρούν να συνδέσουν την κατώτερη ατμόσφαιρα με την ανώτατη, σκιαγραφώντας το προφίλ των πολύπλοκων χημικών αντιδράσεων που λαμβάνουν χώρα στον μεγαλύτερο δορυφόρο του Κρόνου. Βέβαια, δεν έχει ακόμη βρεθεί κάποια μορφή ζωής στον Τιτάνα και είναι μάλλον δύσκολο να προκύψουν τέτοια στοιχεία, κυρίως λόγω των πολύ χαμηλών θερμοκρασιών που επικρατούν στον δορυφόρο, με χαρακτηριστική θερμοκρασία τους 180 βαθμούς Κελσίου κάτω από το μηδέν στην επιφάνειά του. Ομως, οι φυσικές και χημικές συνθήκες που επικρατούν σήμερα στον δορυφόρο είναι παρόμοιες με τις συνθήκες που επικρατούσαν στη Γη πριν από την εμφάνιση της ζωής. Βασιζόμενοι σε αυτές τις πολύτιμες γνώσεις, ίσως καταφέρουμε να ανακαλύψουμε μικρούς εξωπλανήτες γύρω από άλλα άστρα, που θα διαθέτουν τις προϋποθέσεις για την εμφάνιση και τη συντήρηση της ζωής».
Κλείνοντας, επιτρέψτε μου μια μάλλον προσωπική ερώτηση. Παράλληλα με τις απαιτητικές σπουδές σας στη φυσική επιλέξατε να σπουδάσετε και αγγλική φιλολογία. Πώς συνδέετε δύο τόσο διαφορετικά ενδιαφέροντα; Μήπως εν τέλει η αμοιβαία αδιαφορία μεταξύ των φυσικών και των λεγόμενων «ανθρωπιστικών επιστημών» -λες και οι φυσικές επιστήμες είναι απάνθρωπες -φτωχαίνει ανεπανόρθωτα την ανθρώπινη σκέψη;
«Σε παλαιότερες εποχές οι φιλόσοφοι ήταν και φυσικοί, οι μαθηματικοί ήταν και ποιητές, μουσικοί ή ζωγράφοι. Σήμερα αρκετοί συνάδελφοί μου, όπως κι εγώ, συνδυάζουμε στη ζωή μας δύο ή και τρία διαφορετικά πνευματικά ενδιαφέροντα. Προσωπικά, βρίσκω όχι μόνο απαραίτητη αλλά και εξαιρετικά αποδοτική την πολυδιάστατη προσέγγιση της επιστημονικής γνώσης. Ενας σχετικά πρόσφατος τομέας έρευνας που λέγεται αστροβιολογία φέρνει κοντά φυσικούς, αστρονόμους, βιολόγους, γεωλόγους και άλλους επιστήμονες από διαφορετικούς κλάδους. Για μένα, η υπερεξειδίκευση που επικρατεί σήμερα δεν έχει μέλλον, σταδιακά θα επιστρέψουμε σε μία πιο ολοκληρωμένη και σύνθετη εικόνα του Σύμπαντος, κάτι που θα μας φέρει πιο κοντά στην αλήθεια. Οσο για τις "ανθρωπιστικές" επιστήμες, αυτές όχι μόνο είναι εξίσου απαραίτητες με τις φυσικές επιστήμες, αλλά, ακόμη και σε εμάς τους επιστήμονες, αποφέρουν την ψυχική ισορροπία που μας είναι απαραίτητη για να αποδίδουμε τόσο ως άνθρωποι όσο και ως υπεύθυνα κοινωνικά στελέχη».
Πηγή: Ελευθεροτυπία (Σπύρου Μανουσέλη)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου